Ἀριστίωνα

Ἀριστίωνα
Ἀριστίων
masc acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Αριστοκλής — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ανδριαντοποιός (μέσα 6ου αι. π.Χ.). Καταγόταν από την Κυδωνία της Κρήτης. Ένα χάλκινο σύμπλεγμά του στην Ολυμπία παρίστανε τον Ηρακλή να μάχεται εναντίον έφιππης Αμαζόνας. 2. Γλύπτης (6ος αι. π.Χ.). Εργάστηκε στην… …   Dictionary of Greek

  • κράνος — Προστατευτικό κάλυμμα του κεφαλιού, συνήθως μεταλλικό· περικεφαλαία, κάσκα. Στην ομηρική εποχή κατασκεύαζαν το κ. από δέρμα ζώου (ταύρου, λύκου, σκύλου κλπ.) και το επένδυαν με χάλκινες πλάκες. Στην αρχαία Ελλάδα κατασκευαζόταν σε διάφορες… …   Dictionary of Greek

  • Αριστίων — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αθηναίος ρήτορας (6ος αι. π.Χ.). Ήταν φίλος του Πεισίστρατου. Εισηγήθηκε τη σύσταση σώματος 50 ροπαλοφόρων για την προστασία του Πεισίστρατου, με τους οποίους ο Πεισίστρατος κατέλαβε την εξουσία για πρώτη φορά στην… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Βοτανικό Αθηνών — Στεγάζεται στο κτίριο του τμήματος βιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών (Πανεπιστημιούπολη Ζωγράφου)) και εξυπηρετεί κυρίως τις ανάγκες ερευνητών σε θέματα συστηματικής βοτανικής, βιογεωγραφίας, οικολογίας και προστασίας του περιβάλλοντος, καθώς… …   Dictionary of Greek

  • Οράτιος — (Quintus Horatius Flaccus, Βενουσία 65 – Ρώμη 8 π.Χ.). Λατίνος ποιητής. Γιος ενός απελεύθερου, χρωστούσε στις θυσίες και στην έξυπνη καθοδήγηση του πατέρα του τη φιλολογική του μόρφωση, την αντάξια ενός ευγενούς, καθώς επίσης και τη στέρεη ηθική… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”